- Τιεντσίν
- Πόλη (5.460.000 κάτ.) της Κίνας, 110 χλμ. ΝΑ του Πεκίνου, πρωτεύουσα του ομώνυμου δήμου (4.000 τ. χλμ.). Σημαντικός σιδηροδρομικός και οδικός κόμβος, η πόλη βρίσκεται σε πεδιάδα στις όχθες του Χάι Xo, ο οποίος εδώ δέχεται διάφορους παραποτάμους: αυτό κάνει το Τ. κέντρο του συστήματος των εσωτερικών υδάτων της βόρειας Κίνας και ένα από τα σημαντικότερα ποτάμια λιμάνια της χώρας.
To T., που είναι η δεύτερη πόλη σε εμπορική κίνηση και η τρίτη σε πληθυσμό της Κίνας, χάρη επίσης στη μεγάλη εμπορική διακίνηση των επίνειων Τακκού και Τανγκού, είναι ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Άπω Ανατολής, έδρα μεγάλων βιομηχανικών συγκροτημάτων, ιδιαίτερα σημαντικών στους τομείς χημικών προϊόντων, υφαντουργίας (μεταξουργίας και βαμβακουργίας), φαρμακευτικών προϊόντων, ειδών διατροφής, μεταλλουργίας, μηχανημάτων ακριβείας και επεξεργασίας καπνού.
Έως τα μέσα του 19ου αι., το Τ. δεν ήταν παρά ένα μεγάλο ψαράδικο χωριό, το 1858 και 1860 το κατέλαβαν βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα, απέκτησε τότε προνόμια ελεύθερου λιμανιού και ανοίχτηκε στο διεθνές εμπόριο (1861): ιδιαίτερες ζώνες δόθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία, στη Γαλλία, στο Βέλγιο, στην Ιταλία, στη Ρωσία και στην Ιαπωνία, που εγκατέστησαν εκεί τις εμπορικές και οικονομικές αντιπροσωπείες τους. Η ανάπτυξη της πόλης υπήρξε ταχύτατη και δεν σταμάτησε ούτε και κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής κατοχής (1937-45).
Όταν το 1949 κυριεύτηκε από τους Κινέζους κομουνιστές, η πόλη ανοικοδομήθηκε και τροποποιήθηκε κατά μεγάλο μέρος: στην παλαιά πόλη τα σπίτια αποικιακού τύπου αντικαταστάθηκαν με μεγάλα σύγχρονα κτίρια και συγχρόνως ιδρύθηκαν στα περίχωρα, παράλληλα με τις νέες βιομηχανίες, νέα κέντρα.
Τιεντσίν: μνημείο των πεσόντων κατά την επανάσταση. Η ανάπτυξη της κινέζικής πόλης, που αριθμεί σήμερα 5.460.000 κατοικούς, άρχισε μετά το 1861.
Dictionary of Greek. 2013.